Στα τέλη της δεκαετίας του 1870 η Ελευσίνα (ή Λεψίνα όπως λεγόταν την εποχή εκείνη) ήταν μία μικρή παραθαλάσσια κοινότητα, η οποία είχε κτιστεί ανάμεσα στα ερείπια του παλιού και λαμπρού ιερού της Δήμητρας. Τα περισσότερα σπίτια (κυρίως αγροικίες) ήταν παλιά και εξαθλιωμένα. Με την εξαίρεση της παραθαλάσσιας οδού, οι δρόμοι ήταν στραβοί χωματόδρομοι γεμάτοι πέτρες και μπάζα από τους μισογκρεμισμένους τοίχους στα δεξιά και στα αριστερά τους. Παρόλα αυτά, η Ελευσίνα ήταν γεμάτη ελπίδα για το μέλλον λόγω της κατασκευής του σιδηροδρόμου, ο οποίος θα συνέδεε τον Πειραιά με την Πάτρα. Η κοινότητα θα αποτελούσε σημαντικό σιδηροδρομικό σταθμό και είχε αποκτήσει το ανάλογο κτίριο.
Υπήρχαν και άλλοι λόγοι αισιοδοξίας. Η αναδιανομή των εθνικών γαιών στους αγρότες είχε οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της παραγωγής. Σταφίδες, καπνός και βαμβάκι έγιναν αξιόλογες πηγές εισοδήματος για τους φτωχούς γεωργούς, ενώ η εξαγωγή του πλεονάσματος βελτίωσε και τα δημόσια οικονομικά μέσω των τελωνειακών εσόδων. Το κράτος έλαβε επίσης μέτρα για την ενθάρρυνση της βιομηχανικής ανάπτυξης με την επιβολή προστατευτικών δασμών στα εισαγόμενα προϊόντα με εξαίρεση τον μηχανολογικό εξοπλισμό και τις πρώτες ύλες. Τέλος, η κυβέρνηση φαινόταν αποφασισμένη να βελτιώσει το εθνικό μεταφορικό δίκτυο. Ο σιδηρόδρομος ήταν το πρώτο απαραίτητο βήμα, είχαν όμως δρομολογηθεί και άλλα μεγάλα έργα όπως η διώρυγα της Κορίνθου.
Τα αδέρφια από το Γαλάτσι
Τα μέλη της ελληνικής διασποράς δεν άργησαν να εκμεταλλευτούν τις νέες ευκαιρίες. Ο Λύσανδρος και ο Εμμανουήλ Χαριλάου ήταν αδέλφια από το Γαλάτσι της Ρουμανίας, όπου η ελληνική κοινότητα είχε έντονη παρουσία στην τοπική οικονομική ζωή. Ήρθαν στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1870 και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Σύντομα, όμως, συνειδητοποίησαν ότι η Ελευσίνα πρόσφερε μεγαλύτερες ευκαιρίες. Υπήρχαν ήδη εκεί κάποιες μικρές οικογενειακές βιοτεχνίες σαπουνιών, ενώ η επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου και η πρόσβαση στη θάλασσα ήταν καθοριστικοί παράγοντες. Οι αδελφοί Χαριλάου εκτίμησαν ότι στην Ελευσίνα υπήρχε χώρος για ανάπτυξη και αποφάσισαν να ιδρύσουν ένα εργοστάσιο σαπωνοποιίας το 1875, σε συνεργασία με τον ισχυρό εμπορικό οίκο Ράλλη και υπό την εποπτεία έμπειρου Γάλλου διευθυντή.
Ηλεκτρική συστοιχία
Το σαπωνοποιείο Χαριλάου παρέμεινε μία σχετικά μικρή επιχείρηση (περίπου 20 εργαζόμενοι) μέχρι το 1892, όταν ο Επαμεινώνδας Χαρίλαος, χημικός με σπουδές στη Γαλλία και τη Γερμανία, συνεργάστηκε με έναν άλλον χημικό, τον Νικόλαο Κανελλόπουλο για να αναλάβουν το εργοστάσιο. Το 1900 το προσωπικό ανερχόταν πλέον στα 90 άτομα (υπήρχαν και λίγες γυναίκες) και η παραγωγή έφτανε τα 640.000 κιλά σαπούνι. Οι εξαγωγές σε διάφορες μεσογειακές χώρες απορροφούσαν περίπου 160.000 κιλά, ενώ ο «σάπων Ελευσίνος» ανταγωνιζόταν επάξια τα σαπούνια Μασσαλίας στην εγχώρια αγορά.
Ο Επαμεινώνδας είχε πάθος με το εργοστάσιό του. Έζησε σε αυτό για πέντε χρόνια και αφιέρωσε αμέτρητες ώρες στην εκπαίδευση του προσωπικού, ενώ δίδασκε τους εργάτες γραφή και ανάγνωση. Έδειξε επίσης μεγάλο ενδιαφέρον για πειραματισμούς και έρευνα, με αποτέλεσμα να θέσει τη ζωή του σε κίνδυνο στη διάρκεια κάποιου πειράματος στα εργαστήρια. Σύμφωνα με έναν δημοσιογράφο της εποχής, ο Επαμεινώνδας Χαρίλαος ήταν «μία ηλεκτρική συστοιχία που γνωρίζει τι θέλει, τι κάνει, πού πηγαίνει και προπαντός γνωρίζει πώς να διοικεί ανθρώπους, υποθέσεις, έργα και εργασίες».
Το 1928 η επιχείρηση «Ε. Χαρίλαος- Ν. Κανελλόπουλος» απασχολούσε πλέον 250 εργάτες. Η παραγωγή περιελάμβανε πολλά προϊόντα, ανάμεσα στα οποία ξεχώριζαν τα πυρηνέλαια, τα βαμβακέλαια, τα λινέλαια, τα κοκοφοινικέλαια, το πράσινο σαπούνι, οι πίτες για ζωοτροφές, η γλυκερίνη κτλ.. Το συγκρότημα κάλυπτε περίπου είκοσι στρέμματα και αποτελούνταν από 23 κτίρια οργανωμένα σε δύο διακριτές ενότητες: τη μονάδα παραγωγής σάπωνος (στη βορειοανατολική γωνία του συγκροτήματος) και τη μονάδα καθαρισμού ελαίων (στο μέσο της βορειοανατολικής πλευράς). Το κτίριο της διοίκησης βρίσκεται ακριβώς δίπλα στην κεντρική είσοδο, ενώ οι 28 κυλινδρικές αποθηκευτικές δεξαμενές στέκονται στον δυτικό τοίχο του οικοπέδου.
Το τέλος…και μια νέα αρχή
Το Σαπωνοποιείο επιβίωσε από τα δεινά του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και έλαβε δάνειο US$100,000 στο πλαίσιο της αμερικανικής οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα το 1948. Σύντομα όμως η εταιρεία βρέθηκε αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 έκλεισε και το οικόπεδο πέρασε στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας. Ο εξοπλισμός αφαιρέθηκε αλλά τα κτίρια διασώθηκαν σε αρκετά καλή κατάσταση. Τις τελευταίες δεκαετίες το Παλαιό Ελαιουργείο φιλοξενεί τα Αισχύλεια, ένα από τα μακροβιότερα πολιτιστικά φεστιβάλ στην Ελλάδα.
3 comments
Ότι έχει σχέση με την ιερή πόλη της Ελευσίνας είναι ενδιαφέρον!!!!
Πολύ καλό και αρκετά ενδιαφέρον.