Οι πρώτοι κινηματογράφοι της Ελευσίνας

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 η Ελευσίνα άρχισε να αλλάζει με μεγάλη ταχύτητα. Η εγκατάσταση των προσφύγων, η επιστροφή των στρατευμένων μετά το τέλος μιας δεκαετίας πολεμικών συγκρούσεων και η ανάπτυξη της βιομηχανίας μεταμόρφωσαν την ημιαγροτική πόλη σε ένα δυναμικό αστικό κέντρο που έσφυζε από ζωή. Μαζί με τις δουλειές στα εργοστάσια, λοιπόν, εμφανίστηκαν και νέες ευκαιρίες διασκέδασης και αναψυχής.

Κέικ και θεάματα

Τα καφενεία και τα ζαχαροπλαστεία υιοθέτησαν σταδιακά το ωράριο που ακολουθούσαν τα μαγαζιά στην Αθήνα (5 το πρωί με μεσάνυχτα). Οι πιο αθλητικοί Ελευσίνιοι μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το γήπεδο τένις που λειτουργούσε από το 1924 σε κοινοτικό οικόπεδο ή να διαλέξουν ανάμεσα στον «Πανελευσινιακό Αθλητικό Όμιλο» και τον «Ελευσινιακό Αθλητικό Όμιλο» αν επιθυμούσαν πιο ομαδικές αθλοπαιδιές. Υπήρχε Καραγκιόζης και κουκλοθέατρο για τα παιδιά, η Φιλαρμονική Ελευσίνος για τους μουσικόφιλους και η περιστασιακή θεατρική παράσταση από αυτοσχέδιους θιάσους για τους θεατρόφιλους. Τίποτα όμως δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη μαγεία του κινηματογράφου.

Η άφιξη του κινηματοφωτογράφου

Ο κινηματογράφος εμφανίστηκε στην Ελλάδα στις 29 Νοεμβρίου του 1896, μόλις έντεκα μήνες μετά την πρώτη εμπορική προβολή που οργάνωσαν οι αδελφοί Λυμιέρ. Στις εννέα το πρωί, σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο ιδιωτικής κατοικίας στην οδό Κολοκοτρώνη, στο κέντρο της Αθήνας, εγκαινιάστηκαν οι προβολές του «κινηματοφωτογράφου» με όλες τις μεγάλες επιτυχίες των αδελφών Λυμιέρ. Οι παραστάσεις των «φωτογραφιών εν κινήσει» ξεκινούσαν ανά μισή ώρα και το εισιτήριο είχε διαμορφωθεί στις 2,20 δραχμές (1,10 για τα παιδιά κάτω των επτά ετών). Το αντίτιμο ήταν τσουχτερό αλλά η ανταπόκριση του κοινού υπήρξε ενθουσιώδης.

Κρατικός παραλογισμός

Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν δύσκολα και σημαδεύτηκαν από πολέμους, πολιτική ή οικονομική αστάθεια, δικτατορίες, εθνικές καταστροφές και αλλεπάλληλα στρατιωτικά κινήματα. Η στάση της πολιτείας απέναντι στον κινηματογράφο ήταν μάλλον αλλοπρόσαλλη. Οι κυβερνώντες φοβούνταν πως οι ταινίες που προβάλλονταν θα μπορούσαν να αποκαλύψουν τις δικές τους ατασθαλίες, να προκαλέσουν αντιδράσεις ή και να «μολύνουν» τα μυαλά των Ελλήνων θεατών με ξένες ιδέες. Η κατάσταση έγινε τόσο αφόρητη ώστε το 1934 σταμάτησαν να γυρίζονται ταινίες επί ελληνικού εδάφους, ενώ οι ιδιοκτήτες των κινηματογράφων αντιμετώπιζαν βαριά φορολογία και επιτροπές που επιχειρούσαν να ρυθμίσουν τα πάντα: από τις προδιαγραφές ασφαλείας μέχρι την ηλικία των θεατών.

Ο κινηματογράφος των προσφύγων

Μέσα σε αυτό το κλίμα αποφάσισαν να δραστηριοποιηθούν στο χώρο του κινηματογράφου οι Μικρασιάτες αδελφοί Τατάκη. Ο Μιχάλης κατασκεύασε τις εγκαταστάσεις του θερινού σινεμά στη διασταύρωση των σημερινών οδών Ελευθερίου Βενιζέλου και Ιατρού Παπαγιάννη, ενώ την εκμετάλλευση ανέλαβε ο Νίκος. Ο κινηματογράφος ονομαζόταν «Παλλάς» και ξεκίνησε να λειτουργεί το καλοκαίρι του 1938 με ιταλικά μηχανήματα από την περίφημη εταιρεία Cinemeccanica σε ένα οικόπεδο με βουκαμβίλιες και γιασεμί. Η ίδρυση κινηματογράφου ήταν μία μεγάλη περιπέτεια για τον Νίκο Τατάκη. Η μηχανή προβολής είχε κοστίσει περισσότερο από κατοικία, ενώ ο ίδιος δεν φαίνεται να διέθετε κάποια εξειδικευμένη εμπειρία στον χώρο, δεδομένου ότι μέχρι τότε είχε απασχοληθεί ως βιομηχανικός εργάτης, κομμωτής και ψιλικατζής.

Παρόλα αυτά, το «Παλλάς» έγινε γρήγορα σημείο αναφοράς στην πόλη. Όταν μάλιστα προβλήθηκε η «Προσφυγοπούλα» του Αιγύπτιου σκηνοθέτη Togo Mizrahi με τον Μάνο Φιλιππίδη και τη Σοφία Βέμπο ως προσφυγοπούλα από τον Καύκασο, οι τριακόσιες θέσεις του κινηματογράφου αποδείχτηκαν ανεπαρκείς και οι θεατές κάθονταν στο δάπεδο ή ανέβηκαν στα κλαδιά των γύρω δέντρων.

Ο χειμώνας έρχεται

Ένα μήνα μετά το «Παλλάς» ξεκίνησε να λειτουργεί και δεύτερος θερινός κινηματογράφος στην Ελευσίνα. Ονομαζόταν «Ρεξ» και βρισκόταν στο οικόπεδο όπου συναντιούνται η Ιερά οδός με τις οδούς Χατζηγεωργίου και Αδελφών Μουρίκη. Είχε χωρητικότητα 650 καθισμάτων αλλά όταν παίζονταν δημοφιλείς ταινίες, πολλοί θεατές κουβαλούσαν σκαμνιά από τα σπίτια τους. Η πρώτη ταινία που προβλήθηκε ήταν το Port Arthur του σκηνοθέτη Nicolas Farkas. Οι συνθήκες προβολής ήταν δύσκολες: οι μηχανές προβολής έκοβαν συχνά τις κόπιες, ενώ οι τεχνικοί αναγκάζονταν να τις βάζουν σε πηγάδια για να μαλακώσουν και να παίξουν στη μηχανή.

Η επιτυχία του κινηματογράφου ώθησε τον επιχειρηματία Νίκο Αστερίου να δημιουργήσει και χειμερινό κινηματογράφο. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησε ένα παλιό εργοστάσιο κεραμοποιίας στην άλλη άκρη της πόλης (γωνία Ηρώων Πολυτεχνείου και Τζαφέρη). Τα εγκαίνια έγιναν στις 28 Οκτωβρίου 1939. Ο κινηματογράφος είχε χωρητικότητα 250 περίπου καθισμάτων, τα οποία μπορούσαν να αφαιρεθούν για να μετατραπεί το κτίριο σε αίθουσα χορού.

Ο κινηματογράφος βλάπτει σοβαρά την υγεία

Το γενικότερο κλίμα την εποχή εκείνη, βέβαια, παρέμενε δύσκολο, όχι μόνο για τους ιδιοκτήτες των σινεμά αλλά και για τους ίδιους τους θεατές. Η μεταξική δικτατορία είχε τις δικές της απόψεις σχετικά με την επιρροή της Έβδομης Τέχνης στο κοινό και προσπαθούσε με επιμονή να ελέγξει όσα λέγονταν ή ακούγονταν στις αίθουσες. Μία επιτροπή από στρατιωτικούς και αστυνομικούς ταξινομούσε τις ταινίες ως κατάλληλες, ακατάλληλες ή αυστηρώς ακατάλληλες. Κάποιοι ακαδημαϊκοί υποστήριζαν πως ο κινηματογράφος καταστρέφει τα οπτικά νεύρα, προκαλεί αναπνευστικά προβλήματα και διευκολύνει τη μετάδοση ασθενειών. Ο Μεταξάς αντέδρασε με την επιβολή ποινών φυλάκισης σε όποιον ενήλικα συνόδευε παιδιά κάτω των 15 ετών στον κινηματογράφο. Δεν είχε όμως καμία αντίρρηση να χρηματοδοτήσει την παραγωγή ταινιών εμπνευσμένων από τις δικές του ομιλίες ή από τις αθλητικές δραστηριότητες της ΕΟΝ. Πάνω από 450 ταινίες μικρού μήκους γυρίστηκαν και προβλήθηκαν μετά τις ξενόφερτες χολιγουντιανές παραγωγές για να φεύγουν οι θεατές από το σινεμά με τις σωστές εικόνες και εντυπώσεις.

Το κοινό, βέβαια, δεν φάνηκε να πτοείται από τέτοιες αλλοπρόσαλλες απόψεις και αγκάλιασε το σινεμά με πάθος. Η μικρή Ελευσίνα απέκτησε λοιπόν και τρίτο θερινό κινηματογράφο το καλοκαίρι του 1939. Ο περίφημος «Ορφέας» ήταν ένας λιτός ισόγειος χώρος περιτριγυρισμένος από ψηλά δέντρα (ιδανικές θέσεις για τα παιδιά της γειτονιάς στη διάρκεια των προβολών) επί της πλατείας Ηρώων. Οι αδελφοί Παππά (Δημήτρης και Σπύρος) είχαν πολλά όνειρα για την επιχείρησή τους, αλλά η έκρηξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ανέτρεψε όλα τα σχέδια επιχειρηματιών και θεατών. Οι κινηματογράφοι της Ελευσίνας έμπαιναν σε μία απρόβλεπτη και περιπετειώδη περίοδο της ζωής τους.

Βιβλιογραφία

Ελληνική: Λυκίδης, Κώστας (2010). Κινηματογραφικές αίθουσες της Ελευσίνας. Ελευσίνα. Σιδηράς,Γρηγόρης (1998). Οι Μικρασιάτες στην Ελευσίνα μετά την Καταστροφή του 1922. Ελευσίνα: Δήμος Ελευσίνας. Σπαθάρης, Σωτήρης (2010). Απομνημονεύματα και η τέχνη του Καραγκιόζη. Αθήνα: Άγρα. Σφυρόερας, Βασίλειος (2005). Ιστορία της Ελευσίνας: Από τη Βυζαντινή περίοδο μέχρι σήμερα. Ελευσίνα: Δήμος Ελευσίνας. Αγγλική: Karalis, Vrasidas (2012). A History of Greek Cinema. New York: Bloomsbury Publishing.  

1 comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σχετικά άρθρα


Μαγούλα η λουλουδιασμένη

Για τους κατοίκους της δεν υπήρχε αμφιβολία: η Μαγούλα ήταν το «πρώτο χωριό» του Θριασίου, μία «ωραία και καλή κοπέλα» γεμάτη λουλούδια. Οι καιροί άλλαξαν και μαζί τους άλλαξε και το παλιό χωριό. Η ιστορία του, όμως, παραμένει γραμμένη στους τοίχους των πετρόκτιστων σπιτιών του.

Η Μεσοσπορίτισσα στην Ελευσίνα

Το δεύτερο απαγορευτικό (ή lockdown) έβαλε στον πάγο πολλά σχέδια, υπάρχουν όμως δύο πράγματα που δεν θα σταματήσουν να μεγαλώνουν όσο καιρό κι αν μείνουμε μέσα: τα μαλλιά μας και τα δημητριακά που σπέρνουν οι γεωργοί. Και για τις μεν τρίχες οι περισσότεροι είμαστε στο έλεος του κατ’ οίκον αυτοσχεδιασμού, για τη σπορά όμως διαθέτουμε […]

Ο χαμένος υδροβιότοπος

Το Καλυμπάκι και ο Σαρανταπόταμος στάθηκαν ευλογία και κατάρα για τους Ελευσίνιους, που πάλεψαν με μάγια και βουνά από στάχτη να διώξουν τα νερά και τα κουνούπια από τα σπίτια τους.