Δεν υπάρχουν κότες που γεννούν χρυσά αυγά, αλλά οι αγρότες του 19ου αιώνα πίστευαν ότι είχαν βρει καλύτερη λύση. Οι περισσότεροι πάλευαν με φτωχά εδάφη, μικρά τεμάχια, έλλειψη κεφαλαίων και απαρχαιωμένα εργαλεία. Η κορινθιακή σταφίδα εμφανίστηκε ως μάννα εξ ουρανού. Οι παραγωγοί μάζευαν τον μικρό μαύρο καρπό και μετά από αποξήρανση στον ήλιο μέχρι να αφυδατωθεί (χωρίς όμως να χάσει τα σάκχαρά του), τον έστελναν στην Εσπερία. Η καταστροφή των γαλλικών αμπελώνων από τη φυλλοξήρα το 1878 άνοιξε την απέραντη ευρωπαϊκή αγορά στους Έλληνες αγρότες και τους ενθάρρυνε να αυξήσουν δραματικά τις εκτάσεις αμπελώνων. Από τους 6000 τόνους το 1821, η παραγωγή εκτοξεύτηκε στους 100.700 τόνους το 1878. Η κορινθιακή σταφίδα έγινε «μαύρος χρυσός» και στήριγμα της ελληνικής οικονομίας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το 1887 οι εξαγωγές ανήλθαν στο ποσό των 18,3 εκατομμυρίων φράγκων, από τα οποία τα 17,8 εκατομμύρια οφείλονταν στη σταφίδα!
Η πτώση
Όσο εντυπωσιακή ήταν η άνοδος, τόσο δραματική ήταν η πτώση. Όταν η γαλλική κυβέρνηση επέβαλε δασμούς στην εισαγωγή της σταφίδας το 1892, η Ελλάδα έχασε τη μεγαλύτερη αγορά της και η ελληνική κυβέρνηση χρεοκόπησε. Μέσα σε τέσσερα χρόνια οι αγρότες είχαν περιέλθει σε απελπιστική κατάσταση. Οι τιμές είχαν πέσει στο μισό, η γη είχε χάσει την αξία της και οι γεωργοί, παρά τις προσπάθειες και την επινοητικότητά τους, δεν ήξεραν τι να κάνουν. Η μετανάστευση φούντωνε ενώ τράπεζες, εμπορικοί οίκοι και αγροτικές επιχειρήσεις φαλήριζαν με ανησυχητικούς ρυθμούς.
Οι αγρότες της Ελευσίνας επηρεάστηκαν σημαντικά από το αγροτικό κραχ. Για πολλά χρόνια οι επισκέπτες του Θριάσιου Πεδίου θαύμαζαν τους αμπελώνες που απλώνονταν εκατέρωθεν της οδού που συνέδεε την Αθήνα με την Κόρινθο. Τώρα, όμως, είχαν στα χέρια τους ένα προϊόν που δεν μπορούσαν να πουλήσουν. Η κυβέρνηση υιοθέτησε σειρά από μέτρα για να τους βοηθήσει (προσπάθεια μονοπώλησης του εμπορίου σταφίδας ή περιορισμός στην παραγωγή) αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Ένας ιππότης για τη σταφίδα
Μέσα στον χαλασμό εμφανίστηκε ως σωτήρας ο Επαμεινώνδας Χαρίλαος, ο χημικός που είχε ήδη δραστηριοποιηθεί στην Ελευσίνα όταν απέκτησε τον έλεγχο του σαπωνοποιείου Χαριλάου. Το 1898 ίδρυσε την «Οινοποιητική και Οινοπνευματική Εταιρεία Χαρίλαος και Σια» σε συνεργασια με τον Λέοντα Οικονομίδη. Το εργοστάσιο χτίστηκε στα βόρεια και δυτικά του σαπωνοποιείου. Μέσα σε δέκα χρόνια, χάρις και στη βοήθεια της Τράπεζας Αθηνών, η εταιρεία είχε μεταβληθεί σε μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές εγκαταστάσεις στην Ελλάδα. Λίγο πριν από την έκρηξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, απασχολούσε 2000 εργάτες και 300 επιστήμονες και διοικητικούς υπαλλήλους. Περίπου 3000 άτομα εξαρτιόνταν έμμεσα ως φορτωτές, παραγωγοί ή πράκτορες.
Ο Βότρυς, όπως έγινε κοινώς γνωστή η εταιρεία μετά το 1906, αγόραζε τεράστιες ποσότητες σταφίδας για την παραγωγή οίνου, βερμούτ, κονιάκ και διθειούχου άνθρακα. Μεγάλη επιτυχία σημείωσε η παραγωγή και διάθεση στην Ελλάδα του φωτιστικού οινοπνεύματος (μαζί με τον απαραίτητο εξοπλισμό). Ο Βότρυς δημιούργησε μία νέα αγορά, η οποία ανταγωνιζόταν επί ίσοις όροις τα προϊόντα πετρελαίου και δικαίωσε τη φήμη του Χαριλάου ως ακάματου καινοτόμου. Η μεγάλη επιτυχία οδήγησε τον Βότρυ στην ίδρυση νέων εργοστασίων στην Αθήνα, τον Πειραιά, την Καλαμάτα, την Πάτρα (το παραδοσιακό κέντρο του εξαγωγικού εμπορίου σταφίδας), τον Πύργο και τη Θεσσαλονίκη.
Σφυρίζει η φάμπρικα
Η δουλειά ξεκινούσε το χάραμα και τελείωνε με τη δύση του ήλιου, αν και υπήρχαν περίοδοι που τα μηχανήματα δούλευαν όλο το εικοσιτετράωρο. Η σφυρίχτρα του εργοστασίου ηχούσε το πρωί για να αναγγείλει την έναρξη της εργάσιμης μέρας. Δεν υπήρχαν καλοκαιρινές άδειες αλλά ο μισθός ήταν καλός και τα ατυχήματα σπάνια. Υπήρχε επίσης και τραπεζαρία, όπου οι εργάτες μπορούσαν να απολαύσουν το μεσημεριανό γεύμα τους (συνήθως πατάτες ή όσπρια) ή να πάρουν έναν βιαστικό υπνάκο, καθώς το διάλειμμα κρατούσε μόνο μία ώρα.
Το βαρελοποιείο ήταν από τα σημαντικότερα τμήματα του εργοστασίου. Καστανιά και οξιά χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή τεράστιων βαρελιών με χωρητικότητα 400 ή 500 κιλών. Οι σταφίδες τοποθετούνταν σε μεγάλες δεξαμενές με καυτό νερό. Στη συνέχεια ο πολτός μεταφερόταν στο διυλιστήριο για την τελική επεξεργασία. Οι φλούδες της σταφίδας απομακρύνονταν με βαγονέτα και πετιούνταν κοντά στον αρχαιολογικό χώρο («στη Σταφίδα»), όπου έμεναν μέχρι να σαπίσουν.
Νέες καταιγίδες
Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το εργοστάσιο επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και έφτιαχνε κρασί για τον γερμανικό στρατό. Οι σταφίδες έρχονταν με καΐκια από την Κόρινθο και οι εργάτες τη μετέφεραν στο εργοστάσιο με σακιά και καρότσια. Στη διάρκεια του τρομερού χειμώνα του 1941 οι εργαζόμενοι στο εργοστάσια υπόκεινταν σε εξονυχιστικό έλεγχο κατά την έξοδό τους, ώστε να αποτραπούν οι κλοπές του προϊόντος. Ο μισθός τους ήταν μισή φρατζόλα κακοψημένου ψωμιού σίκαλης. Τελικά οι εργάτες κατόρθωσαν να κερδίσουν το δικαίωμα να λαμβάνουν μικρή ποσότητα οινοπνεύματος, το οποίο μπορούσαν να πουλήσουν ή να ανταλλάξουν με τρόφιμα.
Ο Βότρυς αντιμετώπισε νέα προβλήματα στη μεταπολεμική περίοδο. Ο εξοπλισμός ήταν παλιός και ο ανταγωνισμός από μικρότερες ή πιο σύγχρονες μονάδες ήταν έντονος. Οι άνθρωποι στράφηκαν στην κατανάλωση μπύρας και η ζήτηση για βιομηχανικό κρασί μειώθηκε. Οι ιδιοκτήτες της επιχείρησης δεν κατόρθωσαν να αποπληρώσουν τα δάνεια που είχαν λάβει, με αποτέλεσμα το εργοστάσιο να κλείσει το 1974. Για λίγα χρόνια οι εγκαταστάσεις του χρησιμοποιήθηκαν για την αποθήκευση χημικών προϊόντων της εταιρείας «Σίντρα» αλλά σήμερα τα κτίριά του παραμένουν άδεια και ερειπωμένα.
2 comments
Είναι πολύ όμορφο να αναφέρεστε σε παλαιότερες επιχειρήσεις που στήριξαν πολύ την οικονομία στο ελληνικό κράτος, που έδωσαν εισοδήματα σε χιλιάδες οικογένειες και στήριξαν το ελληνικό κράτος. Ένας βιομήχανος που άφησε ιστορια. Και μόνο που αναφέρεστε στο γεγονός αυτός φέρεται φόρο τιμής στον αγώνα αυτού του επιχειρηματία.
Σας ευχαριστούμε, ειλικρινά, πολύ για το σχόλιό σας. Μας δίνει δύναμη να συνεχίσουμε. Να είστε καλά!