«Οι ρίζες του έθνους κείτονται στους αγρούς […] για τη σημερινή γενιά των Ελλήνων […] επιβάλλεται […] να πυκνώσουμε το αγροτικό ρίζωμα του γένους […] και να εντείνουμε στα ακρότατα δυνατά όρια την εκμετάλλευση των γεωργικών πηγών». Λόγια αισιοδοξίας και εθνικής ανάτασης από τον υπουργό Γεωργίας της κυβέρνησης Ιωάννη Μεταξά τον Ιανουάριο του 1937. Η ανάπτυξη της υπαίθρου μέσα από την ευδαιμονία των αγροτικών πληθυσμών και την αύξηση της γεωργικής παραγωγής θα έσωζε τη χώρα από τις επιβουλές των γειτονικών λαών και αποτέλεσε (θεωρητικά) βασικό πυλώνα της πολιτικής του Μεταξά.
Ο καημός του Μεταξά
Από την πρώτη στιγμή ο Μεταξάς είχε καημό να κερδίσει την αγάπη και τον σεβασμό των Ελλήνων αγροτών. Ο ίδιος προερχόταν από καθαρά αστική οικογένεια, ο μηχανισμός προπαγάνδας του κράτους όμως προσπάθησε να τον μεταμορφώσει σε συμπαραστάτη των γεωργών σε όλη την επικράτεια. Η στυγνή και ανελέητη εκμετάλλευση του αγροτικού κόσμου από τους πολιτικούς του παρελθόντος έπρεπε να σταματήσει. Ο Μεταξάς παρουσιαζόταν ως ένας «αριστοκράτης με την ψυχή χωρικού ή γεωργού, ένας άνθρωπος της γης με πλήρη γνώση της σημαντικής εθνικής δύναμης που κρυβόταν στο ελληνικό έδαφος.
Πρώτος αγρότης
Για να εκφράσει τη συμπαράστασή του στην αγροτιά, ο Μεταξάς πήρε τα όρη και τα βουνά. Γύριζε στις επαρχίες και διατράνωνε την πίστη του στην ιερή αποστολή των Ελλήνων γεωργών. Στα χέρια τους βαστούσαν το μέλλον της πατρίδας γιατί ήταν η μόνη τάξη που δημιουργεί πλούτο από το τίποτα. Ανάμεσα στα μέτρα που έλαβε η κυβέρνησή του περιλαμβάνονταν η μείωση των αγροτικών χρεών, η κατάργηση της φορολογίας στο ελαιόλαδο και η παροχή τίτλων ιδιοκτησίας στη γη που καλλιεργούσαν οι μικροκτηματίες και οι Μικρασιάτες πρόσφυγες. Την 1η Ιουλίου 1937, σε πανηγυρική εκδήλωση στο Άργος, ο Μεταξάς δέχτηκε με ευγνωμοσύνη ένα ασημένιο κύπελλο γεμάτο σιτάρι και ανακηρύχθηκε σε Πρώτο Αγρότη.
Στο `να χέρι το σιτάρι…
Η Ελευσίνα ήξερε εδώ και χιλιετίες να επωφελείται από τα δώρα του Θριάσιου Πεδίου. Δεν είχαν προλάβει καλά-καλά να αποχωρήσουν οι Οθωμανοί και οι κάτοικοι από τα γύρω βουνά είχαν ήδη σπείρει σιτάρι στα πεδινά. Το 1850 ο λόγιος Ιάκωβος Ρίζος Ραγκαβής περιέγραψε την Ελευσίνα ως ποταπό χωριό σε τόπο γυμνό, ξηρό και άνυδρο, σημείωσε όμως ότι η γύρω πεδιάδα διατηρούσε την παραδοσιακή ευφορία της και πρόσφερε άφθονο σιτάρι, κριθάρι, λάδι και λίγο κρασί.
Αυτή η μακραίωνη παράδοση ήταν ένας από τους λόγους που την Κυριακή 6 Ιουνίου του 1937 η Ομοσπονδία Εκδρομικών και Τουριστικών Σωματείων της Ελλάδος οργάνωσε συμβολικό εορτασμό του θερισμού στη θέση «Καλό Πηγάδι» έξω από την Ελευσίνα. Για τους σκοπούς της εκδήλωσης καθηγητές, ποιητές και γιατροί ανέπτυξαν τη σημασία της καλλιέργειας της γης σε σειρά εκδηλώσεων στα γύρω χωριά. Στις 6 το απόγευμα ο Μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος έψαλε αγιασμό και προχώρησε στον συμβολικό θερισμό ενός χωραφιού, παρουσία του υπουργού Γεωργίας. Ακολούθησαν λόγοι από τους επίσημους και απαγγελία των ποιημάτων «Ηλιοβασίλεμα» και «Στο σταυραητό» του Κώστα Κρυστάλλη από την κυρία Πούπα Κοκκινάκη. Ο καθηγητής της μουσικής στο Ε΄ Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών Θεόδωρος Παπασπυρόπουλος τραγούδησε συνοδεία λαϊκών οργάνων το «Ποιος είδε τέτοιο θάμασμα», την «Καραγκούνα» και το «Η Χρυσώ με τη μάνα της», ενώ στα διαλείμματα των εκδηλώσεων διασκέδαζε τα πλήθη η κοινοτική φιλαρμονική της Ελευσίνας. Στις 8 το βράδυ, στην παραλία της πόλης, δόθηκε χορός από κορίτσια με τοπικές ενδυμασίες υπό το βλέμμα χιλιάδων θεατών, που διασκέδαζαν όλο το βράδυ στα παραθαλάσσια κέντρα.
Η γιορτή του θερισμού στην Ελευσίνα ήταν μία τυπική μεταξική εκδήλωση. Οι φωτογράφοι κατέγραψαν το γεγονός με πλήθος φωτογραφιών, οι οποίες μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τον Τύπο ή σε ειδικές εκδόσεις του καθεστώτος. Κλήρος και υπουργοί βρίσκονται περικυκλωμένοι από το πλήθος που παρακολουθεί με ευλάβεια τα τεκταινόμενα. Ο υφυπουργός Τύπου και Τουρισμού, Θεολόγος Νικολούδης, στέκεται χαμογελαστός ανάμεσα σε δύο Λεψινιώτισσες με τις παραδοσιακές ενδυμασίες τους που κρατούν δύο δεμάτια σιτάρι.
Αστοί και εργάτες συμμετέχουν στον εορτασμό σε αναγνώριση της καθοριστικής συμβολής της γεωργίας στην κοινή ευημερία. Αυτό που δεν φαίνεται (αν και αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα της μεταξικής φιλοσοφίας και πρακτικής πίσω από αυτούς τους «αυθόρμητους» εορτασμούς) είναι η σημαντική οικονομική συνεισφορά που αναγκάστηκε να καταβάλλει η ίδια η κοινότητα της Ελευσίνας για την οργάνωση της γιορτής. Η διακόσμηση, το γεύμα των επισήμων αλλα και η αποζημίωση για την καταστροφή του αγρού και την εργασία των θεριστών κόστισαν το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 25000 δραχμών.
…στ’ άλλο χέρι το τσιμέντο.
Και ενώ ο Νικολούδης γιόρταζε την ευφορία της γης, η μεταξική κυβέρνηση προχώρησε στην καταστροφή της αγροτικής παράδοσης του Θριάσιου Πεδίου. Η ίδρυση αεροδρομίου στον κάμπο το 1937 οδήγησε σε δραματική μείωση της παραγωγής, καθώς μεγάλες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης αφαιρέθηκαν χωρίς αποζημίωση από τους κατόχους τους για τις ανάγκες των στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Μέσα σε ένα χρόνο η Ελευσίνα έχασε το 70% της αγροτικής παραγωγικής της ικανότητας. Η γιορτή του θερισμού επαναλήφθηκε το 1938 αλλά πλέον οι επιλογές του Πρώτου Αγρότη είχαν διώξει τους περισσότερους Λεψινιώτες γεωργούς από τη γη, παρά τους οδυρμούς και τις κατάρες των ανθρώπων που έχασαν τα μέσα βιοπορισμού με τα οποία είχαν μεγαλώσει και συντηρήσει τις οικογένειές τους. Ήταν το θλιβερό και απότομο τέλος μιας παράδοσης, η οποία ανάγεται στα χρόνια που οι θεοί βάδιζαν στη γη και συνομιλούσαν με τους θνητούς.